Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τσιγαρίζω

ψήνω το φαγητό με λάδι ή βούτυρο και ελάχιστο ή χωρίς, νερό – κάνω καβούρδισμα που είναι η πρώτη φάση του κανονικού μαγειρέματος ορισμένων φαγητών. “Τσιγαρίζω τα λάχανα για την πίτα” – “τσιγαρίζω το κοτόπουλο”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τσ(ι)γαρίζω (Ἰ. asciugare) = καβουρδίζω, ξηροψήνω χωρὶς νερό.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.