Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τσαλαπατάω

Τσαλαπατάω (τίλος-πατέω, Τ. σαλαπατὴ) = πατῶ καὶ ἀπολακτίζω πρᾶγμα τι ἀδεξίως ἢ περιφρονητικῶς.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.