Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τραβετζάρω

  1. μεταφέρω κρασί ή μάλλον ζυμωμένο μούστο σε άλλο βαγένι.
  2. μεταφορά κρασιού από το χωριό σε κάντρο πώλησης . Η διαδικασία αυτή λέγεται τραβέντζο.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τραβε(τ)ζάρω (Ἰ. travasare) = μεταγγίζω ὑγρὸν (οἶνον, ἔλαιον) ἀπὸ δοχείου εἰς ἕτερον.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.