Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

θράκα (η)

τα αναμμένα κάρβουνα στη φωτιά, περίπου το ίδιο σημαίνει και η λέξη θράκια (τα).
“έψησα το ψάρι στα θράκια” – “σαρδέλες στα θράκια” κλπ.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Θρᾶκα /ἡ/ ἀνθρακιά, συλλογή ἀνημμένων ἀνθράκων.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.