θέρμη (η)
ο πυρετός.
Παλιότερα η λέξη ήταν συνώνυμη της ελονοσίας. Γι΄αυτό και το ρήμα θερμαίνομαι εσήμαινε όχι απλώς έχω πυρετό αλλά υποφέρω από πυρετούς της ελονοσίας.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Θέρμη /ἡ/ = πυρετός, ἑλονοσία.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης