Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ταβανιάζω

ταβανιάζω: κατασκευάζω τό ταβάνι.

Λεξικό Ιδιωματικών Οικοδομικών Όρων – Χαρά Παπαδάτου

Ταβανιάζω § κατασκευάζω τὴν ἄνω ὀροφὴν (τὸν οὐρανὸν) τῆς οἰκίας. Ἐκ τούτου ταβάνιασμα. Π. Τὸ ’σπῆτι ἔχει καλὸ ταβάνιασμα = ἡ ὀροφή του εἶνε στερεῶς κατεσκευασμένη. ΚΝ.

Σημ. Ἡ λ. φαίνεται ἔκφυλος.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.