σβ(ι)λάδα
Σβιλάδα /ἡ/ (σπιλάς, Ἰ. svolare) = ἀπότομος καὶ ἰσχυρὰ ριπὴ ἀνέμου, σπηλιάδα.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Σβιλάδα = ἀπότομη καί δυνατή πνοή ἀέρα.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής
βλ. και σμπλάδα ή σμπιλάδα (η)
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Σβιλάδα /ἡ/ (σπιλάς, Ἰ. svolare) = ἀπότομος καὶ ἰσχυρὰ ριπὴ ἀνέμου, σπηλιάδα.
Σβιλάδα = ἀπότομη καί δυνατή πνοή ἀέρα.
βλ. και σμπλάδα ή σμπιλάδα (η)