Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

στραγκουλίζω

παθαίνω διάστρεμμα στα στραγάλια
“εστραγκούλιξα το πόδι μου”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Στραγκ(ου)λίζω (στραγγαλίζω) = διαστρέφω ἄρθρωσιν, παθαίνω διάστρεμμα, στραμπουλίζω.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.