Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σταύρωμα

(του αμπελιού): Τα υπολείμματα του τραπεζιού σ΄ όλο το δωδεκαήμερο, δεν τα πετούσαν, μόνο τα συγκέντρωναν και τα πήγαιναν την ημέρα των Φώτων και τα ΄ριχναν στα αμπέλια σταυρωτά, για να φύγουν τα σκαθάρια: “Φευγάτε, σκαθάρια, γιατί σας κυνηγάει η παγανόσταχτη”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σταύρωμα /τὸ/ (σταυρὸς) = ἐξόρκιον διὰ τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ, βασανιστήριον, ἐνόχλησις, πρόκλησις.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.