σουφρώνω
Με την έννοια εδώ του ¨κλέψω”. Λέμε “τα σούφρωσε”. Σούφρα είναι το ξάφρισμα, αλλιώς το κλέψιμο. Οι γλωσσολόγοι θεωρούν απίθανη την προέλευση της λέξης από το συν-οφρυώνω, αρχαίο συνοφρυούμαι. Σύγχρονη λέξη ο σουφροχέρης. Για το ξάφρισμα (που αφορά την αφαίρεση του αφρού από το βραστό κυρίως κρέας) λέμε μεταφορικά “του ξάφρισε το πορτοφόλι”. ( ο αφρός εδώ είναι το περιεχόμενο του πορτοφολιού). Ο Μπαμπινιώτης αναφέρεται και στην αραβικής προέλευσης “σούρα”.