Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σοφ’γάδο (το)

το στιφάδο, φαγητό που μαγειρεύεται με βοδινό κρέας, λάδι, κρεμμύδια μικρά ακέραια και καρυκεύματα, όπως δάφνη, ξίδι, κ.ά. (σοφγάδο)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σοφιγάδο /τὸ/ (Ἰ. soffocare, soffogare) = κρέας μαγειρευμένον μετ’ ὄξους καὶ κρομμύων, στιφάδο.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.