σοάντσα (η)
η προβολή της στέγης, η κοινώς λεγόμενη ποδιά.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Σοάντσα /ἡ/ (Ἰ. seguenza, su-ansa) = ἡ ἔξω τοῦ τοίχου συνέχεια τῆς στέγης, τὸ γεῖσον (ποδιὰ) τῆς στέγης.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
σοάντσα (ἡ): ἡ ἔξω τοῦ τοίχου ἐπέκταση τῆς στέγης-προεξοχή, (ΒΕΝ. soaza).
Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου