Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σκουτέλα (η)

κύπελλο πήλινο ή πορσελάνινο. Λέμε: “μια σκουτέλα γάλα του παιδιού”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Από την αρχαία κοτύλη, είδος ποτηριού, καυκί. Λατινικά scutella, σκουτέλι. (Σκαρλάτος). Ο ίδιος ετυμολογεί τη λέξη από το αρχαίο κοττίς, ίδον ίσον το όπισθεν μέρος της κεφαλής, το ίνιον.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Σκουτέλα = φλιτζάνι τσαγιοῦ, μιά σκουτέλα τσάϊ (ἕνα φλιτζάνι τσάϊ).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.