Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σαραφακιασμένος

άκουσα τη λέξη, αλλά δεν μπόρεσα να προσδιορίσω τη σημασία της. Έλεγε η μάνα στο παιδί: “Έλα μωρέ σαραφακιασμένο, να φας το ψωμί σου …”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ο Λάζαρης “σαφρακιάζω” από το τουρκικό σαφρά, κιτρινιάρης, καχεκτικός. Ο Δημητράκος έχει ζαρώνω. Θέλει ψάξιμο.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.