Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σαλοπατιέρης -α, και ζουρλοπαντιέρα

άμυαλος, ακατάστατος

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σαλοπαντιέρης -α /ὁ, ἡ/ (σαλόω-ῶ, Ἰ. bandiera) = ἄστατος, ζωηρός, ἄμυαλος, ἀλλοπρόσαλλος, ἐπιπόλαιος, τρελλούτσικος.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.