ρύχτω
Ρύχτω (ἐρύω, ρύω, ρυτὴρ) = ὑποζύγιον, τροχάζω, τρέχω τὸ ἄλογο.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Ρίχτω = ρίχτω τό ἄλογο πού ἱππεύω, ἀναγκάζω τό ἄλογο πού καβαλικεύω νά καλπάσει.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ρύχτω (ἐρύω, ρύω, ρυτὴρ) = ὑποζύγιον, τροχάζω, τρέχω τὸ ἄλογο.
Ρίχτω = ρίχτω τό ἄλογο πού ἱππεύω, ἀναγκάζω τό ἄλογο πού καβαλικεύω νά καλπάσει.