Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ρεματίζω -ζει

μέρος όπου δημιουργείται ρεύμα αέρος.
“Μην κάθεσαι αυτού, παιδί μου, γιατί ρεματίζει και θα κρυώσεις” – “Αυτό το σοκάκι ρεματίζει πάντα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ρεματίζω (ἔρυμα, ῥῦσις) = προστατεύω, ἐξυπηρετῶ, περιποιοῦμαι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.