Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

προστύχι (το)

έγγραφη συμφωνία της πιο απεχθούς τοκογλυφίας, η οποία συντελούνταν σε μεγάλη έκταση από τους εμπόρους της Χώρας ή τους μεγαλοκτηματίες.
Τα προστύχια ήταν “ομόλογα συντασσόμενα παρ΄ αγροτών συλλεκτών ελαιοκάρπου, άτινα εγένοντο προ της εσοδείας και πολλάκις ελάμβανον οι δανείζοντες ίσον τόκον προς το κεφάλαιον” (Π. Κουνικάκη: “Η νήσος Λευκάς …”, 1926, σελ. 45).
Ο τοκογλύφος που συνομολογούσε προστύχια λεγόταν προστυχάντες.
μτφ. η λέξη σημαίνει τον χυδαίο και αδίστακτο εκμεταλλευτή, τον άπονο και απάνθρωπο.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Προστύχι /τὸ/ (πρὸς-τύχη) = τοκογλυφία, οἰκονομικὴ ἐκμετάλλευσις τῆς δεινῆς ἀνάγκης τῶν ἄλλων, σαϋλωκισμός.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.