προλαβόν (επίρρ.)
προτού να συμβεί ο,τι συνέβη.
φράσεις: “Εγώ ήμουνα προλαβόν εκεί και τα είδα όλα” – “Άργησες, έπρεπε να ΄σαι προλαβόν εκεί”.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
προτού να συμβεί ο,τι συνέβη.
φράσεις: “Εγώ ήμουνα προλαβόν εκεί και τα είδα όλα” – “Άργησες, έπρεπε να ΄σαι προλαβόν εκεί”.