Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πρήμπα (η) και πρίμπα

  1. πρησμένη κοιλιά
  2. φούρκισμα. φράση: “με έπρηξες, με φούρκισες”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πρήμπα /ἡ/ (πρήθω, πίμπρημι) = διογκωμένη γαστήρ, πρησμένη κοιλιά.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Πρίμπα = παραφουσκωμένη κοιλιά ἀλλά καί φούρκισμα, εἶναι πρίμπα (εἶναι φουρκισμένος).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.