πρεβεδούρος
(< prevedere, βενετ. proveditor, ιταλ. provveditore): προβλεπτής, ο βενετός διοικητής της Λευκάδας
πρεβεδούρος εστραορντινάριος = έκτακτος προβλεπτής
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
(< prevedere, βενετ. proveditor, ιταλ. provveditore): προβλεπτής, ο βενετός διοικητής της Λευκάδας
πρεβεδούρος εστραορντινάριος = έκτακτος προβλεπτής