πολτσάρω
μετράω τους σφυγμούς κάποιου, πιάνοντας τον καρπό του.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Πολτσάρω (Ἰ. polso) = σφυγμομετρῶ, λαμβάνω τινὸς τὴν χεῖρα ἀπὸ τοῦ καρποῦ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
μετράω τους σφυγμούς κάποιου, πιάνοντας τον καρπό του.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Πολτσάρω (Ἰ. polso) = σφυγμομετρῶ, λαμβάνω τινὸς τὴν χεῖρα ἀπὸ τοῦ καρποῦ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης