Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πηχάω

Πηχάω, § κινῶ τούς βραχίονας, ἵνα διὰ τοῦ πτύου θέσω τὸν ἐλαιόκαρπον ὑπὸ τὸ λιθάριον, ὅπως ἀλεσθῇ· ξεπηχάω δὲ λέγ. τοὐναντίον, ὅταν ἐξάγωμεν αὐτὸν ἐκεῖθεν ἤδη ἀληλεσμένον.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.