Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

όμορφα – όμορφα (επίρρ.)

προσεχτικά, κόσμια.
φράση: “πήγαινε και  … όμορφα  – όμορφα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ὄμορφα (εὐ, ἐν-μορφῆ) = εὐμόρφως, προσεκτικά, καλαισθητικῶς, εὐτάκτως.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Ὄμμορφα, ΚΝ. ἐπίρ. τροπ. § προσεκτικῶς. Π. ὄμμορφα μὴν πέσῃς, § καλῶς. γράψε ὄμμορφα.

Σημ. Ἐκ τοῦ εὔμορφα τροπῇ τοῦ ε εἰς ο (Σύλλ. 38), καὶ τοῦ υ εἰς μ (Σύλλ. 36), ὥστε κακῶς γράφουσι τινὲς ὄμορφα ὤμορφα (ἴδ. Δαρβ. γραμμ. σ. 400). Ὁ Βυζ. γρ. εὔμορφα.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.