νιτζάνα (η)
ιαματικό βότανο, που το βρίσκει κανείς στα βουνά. Έχει ρίζα πικρή. Σε γιατροσόφι χργρ. διαβάζομε: ” … Και δια γυναικός οπού δεν μπορεί να κάμει παιδί, είναι αληθινή ιατρειά … Το ζουμί από τα φύλλα του έχει την ιδίαν σοφίαν και δια το ανεμοπύρωμα και δια την μύτη …” (Η λαϊκή ιατρική της Λευκάδας”, σελ 82).