ναίσκε
βέβαια, ναι, μάλιστα. Προϋποθέτει οικειότητα. Ενίοτε δηλώνει και ειρωνεία.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ναῖσκε = ναί, μάλιστα, βεβαίως. (μὲ πνεῦμε στοργῆς ἢ εἰρωνείας).
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Ναίσκε § ναί.
Σημ. τὴν ἀρχαιοτάτην ταύτην κατάληξιν σκε μεταχειρίζονται οἱ Λευκάδιοι εἰς μόνον τὸ ναίσκε καὶ ὄε4σκε (= ὄχεσκε = ὄχισκε = ὄχι = οὐχί).
Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου