μοσκαρδίνι (το) και μοσχαρδίνι
καλλωπιστικό και ευώδες φυτό, συνηθισμένο στα λευκαδίτικα σπίτια. Εχει άνθη κίτρινα στο μέγεθος μικρού γαρίφαλου
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Μοσκαρδίνι /τὸ/ (Ἰ. moscardino) = εἶδος τοῦ ἄνθους ζιννία, τζίνια.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Μοσχαρδίνι = καλλωπιστικό φυτό, ὁ κατηφές.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής