Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μάτσουμ

Μάτσουμ = προσταγή γιά τά μουλάρια, ὅπως λένε στά ἄλογα (ρέ σύ) στά μουλάρια λένε, μάτσουμ, ἤ πιό δυνατά ματσουμουού.

βλ. και μάτσο(υ)-ἄει

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.