λαμπέρδα 02 Φεβ, 2017 Λ 0 Σχόλια 0 Λαμπέρδα /ἡ/ (Ἀλ. λjαπερδί-α) = τὸ γεννητικὸν μόριον τοῦ ἀνδρός, τὸ πέος.