Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

λαμπαδιάζω

βγάζω φλόγες, καίομαι, θερμαίνομαι υπερβολικά.
Φράση: “Πήραν φωτιά τα ρούχα του και λαμπάδιασε, από λίγο τον γλυτώσανε” – “Άφησες την κατσαρόλα με λίγο νερό και λαμπαδιάστηκε. Κάηκε το φαΐ μας” – Ελαμπαδιάστηκε ο τόπος από το λιοπύρι”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Λαμπαδιάζω (λαμπὰς) = πυρπολοῦμαι, ἀναπέμπω φλόγας μετὰ λάμψεως.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.