κροπίζω
ρίχνω κοπριά (ζωική) στο χωράφι.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κροπίζω = κοπρίζω, λιπαίνω διὰ ζῳϊκῆς κόπρου.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
ρίχνω κοπριά (ζωική) στο χωράφι.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κροπίζω = κοπρίζω, λιπαίνω διὰ ζῳϊκῆς κόπρου.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης