Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κουτσούνα (η)

το γνωστό πλατύφυλλο και σκληρόφυλλο κρεμμυδοειδές φυτό.

Το φυτό αυτό έχει – όπως πιστεύουν στη Λευκάδα – αποτρεπτικές ιδιότητες εναντίον του ξινίσματος του κρασιού και της φθοράς των προϊόντων. Γι΄ αυτό κατά το Δωδεκαήμερο, φέρνουν απ΄ τα χωράφια τους στο σπίτι – ή αγοράζουν από παρέες παιδιών – κουτσούνες και τις τοποθετούν πάνω στα βαγένια με το κρασί και στις καπάσες με το λάδι (κορφούγκι).

Τη λένε και βασίλισσα. Θα πρέπει να είναι πάντα χλωρή για να πηγαίνει και το σπίτι καλά. Αν ξεραθεί λένε ότι μπορεί να πεθάνει και άνθρωπος με΄σα στο σπίτι.

μτφ.: “Το κεφάλι του έγινε κουτσούνα” – “Είναι κουτσούνας”, λέμε για τους γεροθρεμμένους και τους δυνατούς.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κ(ου)τσοῦνα /ἡ/ (Τ. ἰσκορτσοῦνα;) = τὸ φυτὸν σκίλλα ἡ παράλιος, ἀσκέλλα, κρομμύδα, σκυλοκρεμμύδα.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Κτσούνα. Σε μας θυμίζει τις κρεμμύδες του Δωδεκαήμερου, που ο λαό μας τις θεωρεί γούρικες, τις αγοράζει, τις βάζει πάνω στα βαγένια με το νιο κρασί. (Κοντομίχης).

Κατά τον Σταματάκο, κουτσούνα είναι η κούκλα.

Ο κοτσανάτος (από το κοτσάνι) που είναι ο καλοστεκούμενος, ο γερός, δεν σχετίζεται με την κουτσούνα της παροιμίας: “είσαι κουτσούνα” (παροιμίες, Κοντομίχης, σελ. 136). Μήπως – όπως λέμε – “καθ΄ έλξιν” από το Κο(υ)τσανάτος;.

Αλλού (Κρήτη) η κουτσούνα είναι χαϊδευτικό (κουτσούνα μ΄).

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.