Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κόντρα (η)

  1. το μεγάλο κοντρί, εξ ου και τόπων, και συνοικία Κοντράτα και περιοχή Κόντρος: Βαλαωρίτη, Φωτεινός α΄: “Φωλιάζουν οι στυαραετοί στου βράχου τα στεφάνια, / εφώλιασε κι ο Φωτεινός στον εγκρεμό του Κόντρου”
  2. αντίθεση, εναντίωση, φράσεις: “Μου πάει κόντρα” – “ο καιρός είναι κόντρα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κόντρα /ἡ/ (Ἀλ. κόdρε-α) = μεγάλο κοντρί, βράχος (Ἰ. contra -o) = ἀντιθέτως, ἀντιστρόφως, ἀπέναντι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.