Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κοντόσφαγος -η, -ο

(ή κοντοσφάγης) = ο κοντολαίμης, ,αυτός που έχει κοντή σφαγή (=αυχένας).
ΒΑΛ.  Φωτεινός, Α΄”Ήθελε βόδια κάτασπρα, μεγάλα τροχηλάτα / να ΄ναι στεφανοκέρατα, κοντόσφαγα, κοιλάτα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κοντοσφά(γ)ης -ῳ (κοντὸς-σφαγὴ) = βραχύλαιμος, κοντόλαιμος.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Κοντοφάης καί κοντοσφάγης = κοντολαίμης, αὐτός πού ἔχει κοντό λαιμό.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.