Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κοντό (επίρρ.)

κυνηγητό, καταδίωξη.
φράσεις: “με πήρε στο κοντό το σκυλί σου …”. – “τον πήρα στο κοντό και τον έπιασα”.
Σατυρικό στιχούργημα: “Να σας πω μια ιστορία / πο΄ παθα με μια κυρία. / Σπύρο λεν τον εαυτό μου, / Καλαμίτσι το χωριό μου. / Νοίκι πήγα να ζητήσω, / σας ορκίζομαι να ζήσω / κι όχι να τηνέ φιλήσω. / Κι άρπαξε το τζομανίκι, / για να μου μετρήσει νοίκι / … / καβαλικεύω τ΄ αλογάκι, / στο κοντό οι χωροφυλάκοι …”. (Λαογραφικά Σύμμεικτα Λευκάδας, Κεφ. 14).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.