Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κοντιτζιόν (η) και κοντιτσιόνα

όρος, συνθήκη.
Σε μισθωτήριο έγγραφο του 1711 (Ιστορικό Αρχείο Λευκάδας) διαβάζομε: “Ήλθαν εις την παρόν συνφονίαν με πάτο (συμφωνία) και κοντιτζιόν”. Μεταγενέστερα η λέξη έγινε: κοντοτσιόνα.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κοντιτσιόνα /ἡ/ ἀρχ. (Ἰ. condizione) = ὅρος, συνθήκη, περίπτωσις, κατάστασις.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.