Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κονσούλτο ή ξούλτο (το)

  1. συζήτηση μεταξύ γυναικών ή ανδρών για διάφορα θέματα. φράση: “Βλέπω εστήσατε κονσούλτο” = κουτσομπολιό.
  2. παλιότερα, το ιατροσυμβούλιο.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κ(ον)σοῦλτο /τὸ/ (Ἰ. consulto) = συζήτησις, διαπραγμάτευσις, συνομιλία, συνδιάλεξις.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.