κονφερμάρω
επικυρώνω, διαβεβαιώνω.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κονφερμάρω (Ἰ. confermare) = ἐπικυρῶ, ἐγκρίνω, διαβεβαιῶ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
επικυρώνω, διαβεβαιώνω.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κονφερμάρω (Ἰ. confermare) = ἐπικυρῶ, ἐγκρίνω, διαβεβαιῶ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης