Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κοκκίζω

πασπαλίζω, επιπάσσω. “Το κόκκισα με αλάτι” – “κόκκισα τη μυζήθρα με ζάχαρη”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης

Κοκκίζω καὶ σπειροκοκκίζω (κονίζω) πασπαλίζω μὲ κόκκους ἢ μὲ κόνιν.

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Κοκκίζω § ῥίπτω ἐπί τινος κόκκους ἢ ἄμμου ἢ ἀλεύρου ἢ ἅλατος κτλ. Π. ἐκόκκισε τὰ ψάρια = ἔρριψεν ἐπ’ αὐτῶν κόκκους ἅλατος

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.