Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κερανιάζω

κιτρινίζω, παίρνω το χρώμα του κεριού, χλομιάζω

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κερανιάζω (κηρός, κήρινος) = γίνομαι σὰν τὸ κερί, χλωμιάζω (πολλάκις λέγεται μὲ τὴν ἔννοιαν τῆς λέξ. «καρανιάζω»).

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Κερανιάζω = γίνομαι χλωμός, κερώνω, κιτρινίζω.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Κερανιάζω: (κηρός), γίνομαι σαν το κερί, χλωμιάζωΓλωσσάριο Ιωάννας. Κόκλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.