κάρικα (η)
η υποχρέωση, το καθήκον
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κάρικα /ἡ/ ἀρχ. (Ἰ. carica) = λειτούργημα, καθῆκον, ὑποχρέωσις.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
η υποχρέωση, το καθήκον
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κάρικα /ἡ/ ἀρχ. (Ἰ. carica) = λειτούργημα, καθῆκον, ὑποχρέωσις.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης