Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καμιζέλα, η

Καμιζέλα, η: κάμ-μέσον, αντί κατά μέσον, δηλ. το εσώρουχο (κάμισο και υποκάμισο). Η κατά μέσον καμιζέλα (καμ-ζελές) ήταν το λεπτοδουλεμένο εσώρουχο της λευκαδίτικης παραδοσιακής γυναικείας ενδυμασίας. Σήμερα για το ανάλογο εσώρουχο, υιοθετήσαμε το γαλλικό  αντιδάνειο την… κομινεζόν.

βλ. καμπ΄ζέλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.