Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καλμάρω

γαληνεύω. “μετά βίας τον καλμάρισα” – “Ο καιρός σάμπως να καλμάρισε κι άμα καλμάρει ο πόντος θα βγούμε”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Καλμάρω (Ἰ. calmare) = πραΰνω, κατευνάζω, γαληνιῶ, (Ἰ. calumare) = χαλαρώνω, καθελκύω, περιποντίζω δίκτυα πρὸς ἁλιείαν.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.