κάλμα (η)
- γαλήνη, νηνεμία στη θάλασσα
- ηρεμία ψυχική, αταραξία.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κάλμα /ἡ/ (Ἰ. calma) = ἄπνοια, νηνεμία, ἡσυχία, γαλήνη.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κάλμα /ἡ/ (Ἰ. calma) = ἄπνοια, νηνεμία, ἡσυχία, γαλήνη.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης