κ΄φολαχανίδα (η)
λάχανο του βουνού φαγώσιμο.
Το βάνομε πιο πολύ στις λαχανόπιτες. φράση: «κφολαχανίδες έφαγες, ξ΄τιανέ μου, και δεν ακούς;».
κφολαχανίδα / κουφολαχανίδα
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κ(ου)φολαχανίδα /ἡ/ (κοῦφος-λάχανον) = τὸ ἐδώδιμον χόρτον κνωτία ἡ ἀκεραιόφυλλος.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Κουφολαχανίδα = φαγώσιμο λαχανικό, ὄχι καλῆς ποιότητος.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής