Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

γραίνω

ξανοίγω τα μαλλιά προβάτου, για να κάμω τουλούπες για γνέσιμο.
Αυτό γινόταν με τσιγκριά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Γραίνω = ξαίνω ἔριον μὲ τσιγκριὰ

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Γραίνω = ξεμπερδεύω μαλλί, ἡ πρώτη ἐπεξεργασία μαλλιῶν προβάτων πού γίνεται μέ τά χέρια, (ξαίνω μαλλί γιά γνέσιμο).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.