Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

γκαβίλια (η)

  1. εργαλείο “σχοινοδεσμικής” των ναυτικών
  2. σόφισμα, δόλιος όρος συμφωνητικού.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Γκαβίλια (Ἰ. caviglia) = πάσσαλος, κέστρα, γόμφος, αἰχμηρὸν ἐργαλεῖον σχοινοδεσμικῆς τῶν ναυτικῶν. (Ἰ. cavillo) = σόφισμα, ἐπινόημα, δόλιος ὅρος συμφωνητικοῦ.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


γκαβίλια (ἡ): πάσσαλος, κέστρα, γόμφος, αἰχμηρόν ἐργαλεῖον σχοινο­δετικῆς τῶν ναυτικῶν, (BEN. caviglia).

Λεξικό Ιδιωματικών Οικοδομικών Όρων – Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.