γελασάτικο (το)
η γελασά, το ξεγέλασμα, η αθέτηση συμφωνίας.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Γελασάτ(ι)κο /τὸ/ (Τ. γιαλὰν) = ψεῦδος, ἀπάτη, ἀθέτησις ὑποσχέσεως.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
η γελασά, το ξεγέλασμα, η αθέτηση συμφωνίας.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Γελασάτ(ι)κο /τὸ/ (Τ. γιαλὰν) = ψεῦδος, ἀπάτη, ἀθέτησις ὑποσχέσεως.