γαϊδουροκυλίστρα (η)
χώρος υπαίθριος, κυρίως, που κυλιούνται οι γαϊδάροι. Κατ΄ επέκταση: ακαταστασία σε αυλές, κήπους ή και μέσα στο σπίτι: «Ε, ήρθε ο γιος μου με την παρέα του κι έπαιξαν στο σπίτι και μου το ΄καμαν γαϊδουροκυλίστρα».
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στην Λευκαδίτικη διάλεκτο!
χώρος υπαίθριος, κυρίως, που κυλιούνται οι γαϊδάροι. Κατ΄ επέκταση: ακαταστασία σε αυλές, κήπους ή και μέσα στο σπίτι: «Ε, ήρθε ο γιος μου με την παρέα του κι έπαιξαν στο σπίτι και μου το ΄καμαν γαϊδουροκυλίστρα».