Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

φαγάνα (η)

  1. βαθυκόρος, κοινώς δράγα.
    Οι Λευκαδίτες έχουν συνηθίσει τις ταλαιπωρημένες φαγάνες, γιατί κατά συχνά διαστήματα βγάνουν τη λάσπη από τη διώρυγα (αυλάκι) και την αδειάζουν ανοιχτά στο Ιόνιο.
  2. άνθρωπος αχόρταγος.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Φαγάνα /ἡ/ (φάγαινα) = βυθοκόρος, βυθοσκάπτης, δράγα, ἀχόρταγος.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.